Η ΠΡΟΣΚΟΜΙΔΗ ΕΝΟΠΟΙΕΙ ΤΑ ΟΥΡΑΝΙΑ ΜΕ ΤΑ ΓΗΙΝΑ
Του Σεβ. Μητροπολίτου Γέροντος Ναϊρόμπι και Εξάρχου Κένυας
Γράφει : Ο Δημήτριος Μητρόπουλος Αντ/γος ε.α. Επιτ. Υπαρχηγός. ΕΛ.ΑΣ. Πτυχ. Νομικής και Δημ. Δικαίου και Πολ. Επιστημών Νομικής Σχολής Αθηνών. Συγγραφέας, Μέλος της Ένωσης Μεσσηνίων Συγγραφέων.
Πολλές φορές μένω μόνος μου. Έχω ανάγκη, πνευματικής περισυλλογής και προετοιμασίας. Αναγκαία η προσωπική επικοινωνία με τον Θεό, όχι μόνο σε ώρα ανάγκης και θλίψης, αλλά και σε στιγμές που η ψυχή έχει ανάγκη αυτής της επαφής.
Αυτό που κάνεις δεν μπορεί να περιγράψει πάνω στο άψυχο χαρτί, είναι το αίσθημα που του δημιουργεί μια ανεπανάληπτη ψυχική εσωτερική γαλήνη, όταν μπορεί να προσεύχεται όπου κι αν βρίσκεται, αυτό που συχνά λέμε, ακούμε και πιστεύουμε, ότι η βασιλεια του Θεού βρίσκεται εντός μας, μ ένα μυστηριώδη και ακατανόητο τρόπο.
Βρίσκομαι σ’ ένα απομακρυσμένο βουνό πανύψηλο, επιβλητικό και βραχώδες. Κοιτάζω από ψηλά και μένω εκστατικός. Θεέ μου τι είναι αυτό, που έχω μπροστά μου;
Ένα ξεχωριστό τοπίο μεσουρανεί και αγκαλιάζει, λες ολόκληρο το σύμπαν και την οικουμένη. Έχεις την αίσθηση του υπερβατικού, του επουράνιου, του χωρίς αρχή και τέλος. Είναι ο υπερβάλλων και υπερφυσικός κόσμος του άπιαστου και του απόλυτου.
Ήκουσα ως φωνήν όχλου πολλού και ως φωνήν υδάτων πολλών και ως φωνήν βροντών ισχυρών, λεγόντων αλληλούϊα, ότι εβασίλευσε Κύριος ο Θεός, ο Παντοκράτωρ. Χαίρωμεν και αγαλλιώμεθα και δώμεν την δόξαν αυτώ “(Αποκαλ. ιθ’, 6-7).
Εκστατικός στέκομαι και στη συνέχεια γονανατίζω, γιατί το γύρω περιβάλλον με το μεγαλείο του που δημιουργεί η φύση, η θαυμαστή και λίαν καλώς, συνεργεί μαζί με τα ουράνια που φαίνονται ότι βρίσκονται τόσο κοντά, δίπλα μας σε μια συνεχιζόμενη συναυλία δοξολογίας των αγγέλων, που δεν έχουν καμία στιγμή διακοπής, αφού “ανάπαυσιν ουκ έχωσιν ημέρας και νυκτός λέγοντες” άγιος, άγιος, άγιος Κύριος ο Θεός, ο παντοκράτωρ ο ην ο ων και ο ερχόμενος” (Αποκαλ.δ’). Μέσα, λοιπόν, σ’ αυτό το τόσο επιβλητικό περιβάλλον με μόνη συντροφιά τη φύση και τα πετεινά του ουρανού, στήθηκε μια αγία τράπεζα, πάνω σε μια από τις πολυάριθμες πέτρες, μπήκε ο σταυρός – σύμβολο της νίκης και του θριάμβου της Ορθοδοξίας, ένα απλό και ταπεινό σκέπασμα ήταν αρκετό, για να δημιουργήσει το ζωντανό αίσθημα ότι σε λίγο θα τελεστεί η αναίμακτη θυσία – εκεί πάνω θα λάβει χώρα ο καθαγιασμός των τιμίων δώρων και η μετατροπή του σώματος και αίματος, για την σωτηρία των νεόφυτων παιδιών, αυτής της ξεχασμένης και πολυβασανισμένης περιοχής.
Σ’ ένα διπλανό και μικρότερο βράχο στήθηκε η προσκομιδή. Εδώ είναι που σταματά η λογική και εργάζεται κάτι που εμπνέει, παιδαγωγεί και μεταμορφώνει. Συνδέεται αυτός ο χώρος με όλη την οικουμένη. Από το ψηλό αυτό βουνό μνημονεύονται ζώντες και τεθνεώτες. Αυτό είναι το μεγαλύτερο και μυστηριώδες μυστήριο.
Που βρίσκομαι; Στο πουθενά. Κι όμως όλος ο γήινος και επουράνιος κόσμος συναρμολογείται και ενώνεται, είναι μια μεγαλειώδης και μακρά στρατιά ανθρώπων, αγίων, ομολογητών, μαρτύρων, όσιων που παρελαύνουν όλοι, για να σπείρουν στους ανά την οικουμένην κατοικούντας μήνυμα ελπίδας, αγάπης, ειρήνης και συνδιαλλαγής, συμπόρευσης, καταλλαγής αυταπάρνησης.
Από εκείνο το υψηλό σημείο η μνημονεύση όλων των αναφερομένων εγκαινιάζει και επισφραγίζει με τον πλέον δυναμικό τρόπο, δίνοντας ένα μήνυμα χαρμόσυνο και σ’ αυτό τον κόσμο τον κουρασμένο και απογοητευμένο, αντηχεί αυτός ο ουράνιος ήχος με τη νέα δημιουργία, όπου “τυφλοί αναβλέπουσι και τυφλοί περιπατούσι, λεπροί καθαρίζονται και κωφοί ακούουσι, νεκροί εγείρονται και φτωχοί ευαγγελιόνονται”. (Ματθ.ια’5).
Ω της μεγαλοσύνης το μυστήριο! Εμείς οι γήινοι και ατελείς, να μπορούμε και δεχόμαστε πλουσιοπάροχα της θείας αυτής φιλοξενίας και συμμετοχής μας, για τη σωτηρία του ανθρώπινου γένους.
Πολλές φορές σε ώρες πνευματικής περισυλλογής, αλλά και ιδιαίτερα την ώρα της προετοιμασίας, για την θεία Λειτουργία και στην προκειμένη περίπτωση στον χώρο τον μοναδικό κι εξαίρετο της εξωτερικής ιεραποστολης, βιώνει κάνεις ουσιαστικά αυτό το υπέρτατο, υπερφυσικό και ουράνιο, όπου καλείται ο Ουρανός να κατέβει στη γη, τα επουράνια στα γήινα, μια συλλειτουργία θεϊκή και μία ένωση μυστηριακή, που φαίρνει κοντά όλο τον κόσμο αγίους και αμαρτωλούς, καικοιμημένους και ζωντανούς σε μια κοινή σύναξη, όπου κανείς γίνεται “θεατής και συμμέτοχος των αθεάτων”.
Αυτό λοιπόν είναι το μέγα μυστήριο, που συγκεντρώνει ολόκληρο το σύμπαν, γιατί εκείνη την ώρα μαζεύονται στο χώρο της προσφοράς, άγγελοι και Αρχάγγελοι. Μπορεί κανείς να μη βλέπει, αλλά αισθάνεται όμως την παρουσία τους, μέσα σ’ αυτή τη στιγμή που τελείται το θαύμα των μυστηρίων.
Ανεξήγητοι λόγοι και ανερμήνευτοι, ακατάσχετη με την ανθρώπινη φύση, τα χερουβίμ και τα Σεραφείμ περικυκλώνουν κι από εδώ πάνω σ’ αυτό το απόμακρο μέρος της δημιουργίας του κι έτσι μπορείς άνετα και μυστικά να γευθείς τα “επουράνια”, που εκείνη την ώρα, παρά την αναξιότητα και αμαρτωλότητά σου, σε στηρίζουν και σε εμπνέουν σ’ έναν άλλο κόσμο, όπου με τις πρεσβείες των αγίων Του, ο άνθρωπος επαναβρίσκει τον εαυτό του, την ταυτότητα του, την αρχική του μορφή, την γλυκιά εκείνη σχέση με το θείον όπου καλλιεργείται μυστικά, ασκητικά, η παρουσία του Αγίου Πνεύματος.
“γέγονας όσιε έσοπρον καθαρόν των ακτίνων του Αγίου Πνεύματος”, ελλαμφθείς πλουσίως”.
Πράγματι, αυτή η ωραιότητα και το κάλλος της ιεράς και μοναδικής επικοινωνίας με τον Θεόν, μέσα σ’ αυτη’ την Ιερά στιγμή, που συγκεφαλαιώνει όλο το σύμπαν όλων των αιώνων και εποχών, ενώνει τη θριαμβέβουσα με τη στρατευόμενη εκκλησία.
Αυτός λοιπόν ο δεσμός μας, με τα επουράνια και τα γήινα είναι ένας ανεκτίμητος και πολύτιμος θησαυρός, γι’ αυτό στεκόμαστε με έκσταση και φόβο, τρέμουμε παρ’ όλο που μας κυκλώνουν και μας ενοχλούν τα πάθη μας, οι αδυναμέες μας, το κοσμικό μας φρόνημα και οι εξωτερικές απολαύσεις. Γι’ αυτό σε κάθε τέτοια περίπτωση, άθελά μας, επαναλαμβα’νουμε το “Βασιλεύ ουράνιε, παράκλητε το πνεύμα της αληθείας ….ελθέ και σκήνωσον εν υμίν και καθάρισον ημάς από πάσης ετοιμασιζάς και κηλίδος …”Βρίσκεται λοιπόν ο Θεός της αγάπης εκείνη την ώρα της προετοιμασίας της προσφοράς, ευρίσκομεν και εωράκαμεν τον ίδιο τον Θεό μας και Κύριό μας, ο οποίος “ως η έλαφος επήγεται επί τας πηγάς των υδάτων, ούτω και η ψυχή μου σελίδα, ο Θεός”.
Με εκτίμηση
Δημήτριος Μητρόπουλος