Η ΑΡΤΗΡΙΟΣΚΛΗΡΩΣΗ

Γράφει : Ο Δημήτριος Μητρόπουλος  Αντ/γος ε.α. Επιτ. Υπαρχηγός. ΕΛ.ΑΣ. Πτυχ. Νομικής και Δημ. Δικαίου και Πολ. Επιστημών Νομικής Σχολής  Αθηνών.  Συγγραφέας, Μέλος της Ένωσης Μεσσηνίων Συγγραφέων.

Μοιραία και αναπόφευκτη συνέπεια της βιολογικής εξέλιξης της κάθε ζωής επάνω στη γη, και φυσικά και της ανθρώπινης, είναι τα γηρατειά.

Σ’ αυτά όλα γερνούν και οι αρτηρίες φυσικά…γιατί αυτές τάχα να ξεφύγουν από τη γενική μοίρα; Σκλήρυνση επομένως και των αρτηριών στα γηρατειά, αρτηριοσκλήρωση όπως την ξέρει και τη λέει ο περισσότερος κόσμος.

Ας πάρουμε για παράδειγμα μια πίπα καπνίσματος. Όταν ο καπνιστής την αγοράσει καινούργια, στη νεανική της δηλαδή ηλικία, η πίπα αυτή έχει έναν αυλό (σωλήνα), από τον οποίο περνάει καπνός πεντακάθαρος, γυαλιστερός και με τοιχώματα ομαλά. Σιγά – σιγά, όσο χρησιμοποιείται, τόσο ο αυλός της αλλάζει σχήμα και πλάτος…..

Τα τοιχώματά του παύουν να είναι γυαλιστερά, ομαλά, το δε πλάτος του στενεύει…  Κι’ αυτό γιατί διάφορες ακαθαρσίες και υπολείμματα του καπνού, κατακάθονται επάνω στα τοιχώματα του αυλού καθώς και ο καπνός περνάει μέσα από την πίπα.

Τα κατακάθια αυτά κάνουν τα τοιχώματα του σωλήνα της Πίπας παχύτερα και ανώμαλα ενώ το άνοιγμα του, η διάμετρος δηλαδή στενεύει. Αλλά τι λέω; Δεν έχετε παρά ν’ ανοίξετε μια πίπα καπνού ή τσιγάρου ενός καπνιστή, για να δείτε όλα αυτά. Σας έφερα το παράδειγμα της πίπας, γιατί κάτι περίπου όμοιο συμβαίνει και στις αρτηρίες. Συνήθως, φυσιολογικά, ως τα 40 – 45 χρόνια του ανθρώπου, οι αρτηρίες του είναι μαλακές, ελαστικές, με τοιχώματα γυαλιστερά, ας πούμε και μαλακά. Το αίμα περνάει από τον αυλό τους ανεμπόδιστο και με ευκολία.

Όσο όμως τα χρόνια περνούν, όσο ανεβαίνομε, από τα 45 στα 50 και 60 και 70, διάφορες ουσίες, “κατακάθια” από το αίμα, πάνε και κολλάνε, “κατακάθονται”, στα τοιχώματα των αρτηριών και προκαλούν δύο συνέπειες, χωρίς να ξέρουμε καλά και απόλυτα, ποια πρώτη ποια δεύτερη.

Στενεύουν τον αυλό (σωλήνα) των αρτηριών και παχαίνουν τα τοιχώματά τους, ενώ σύγχρονα το πάχος που ποτίζει τα τοιχώματα τα σκληραίνει. Οι ελαστικές ίνες που υπάρχουν στα τοιχώματα εξαφανίζονται και στη θέση τους αναπτύσσεται σκληρός συνδετικός ιστός.

Τα “κατακάθια” από το αίμα που καθίζουν επάνω στα τοιχώματα των αρτηριών, είναι ουσίες λιποειδείς και κυρίως χοληστερίνη (άλλη περίφημη ουσία αυτή και για την οποία μιλάει ο … πάσα ένας σήμερα), που κατακάθονται, στα μεν μικρά αρτηρίδια σε όλη την έκταση των τοιχωμάτων, στις μεγάλες δε αρτηρίες, κατά τόπους, σαν μικρές ή μεγαλύτερες πλάκες, που λέγονται αθηρώματα.

Έτσι το εσωτερικό των αρτηριών που έχουν πια φτάσει στα γηρατειά τους μοιάζει με “σωλήνα πίπας” έτσι δε χαρακτηρίζουμε συνήθως τις αρτηριοσκληρωτικές αρτηρίες.

Θυμηθείτε καλά τη σειρά που είπαμε: Αθηρώματα (αθηρωμάτωση επομένως) και

σκλήρυνση (αρτηριοσκλήρωση). Αυτά τα δύο, η σχέση μεταξύ τους, η προτεραιότητα στην εμφάνιση, η ταυτότητα της αιτίας, που τα δημιουργεί, ο τρόπος με τον οποίο εξελίσσονται και κ.λ.π., δεν είναι απολύτως διευκρινισμένα και πολλές συζητήσεις, ανάμεσα στους επιστήμονες και έρευνες γίνονται για την καλύτερη εξακρίβωσή τους.

Όπως για μας, πρακτικά, ένα πράγμα έχει σημασία. Ότι μ’ αυτό περίπου τον τρόπο επέρχεται η σκλήρυνσης των αρτηριών, και μάλιστα κατά συνέπεια αναπόφευκτα, ύστερα από τα 45 χρόνια, ως τα γηρατειά.

Το γέρασμα των ιστών δεν αρχίζει το ίδιο γρήγορα σ’ όλους τους ανθρώπους. Και φυσικά το γέρασμα των αρτηριών τους. Όπως και το γέρασμα του δέρματος τους, των αδειών τους κ.λ.π.

Μάλιστα το γέρασμα των αρτηριών, θα έπρεπε ίσως περισσότερο να το προσέξουμε και να το κοιτάξομε, γιατί κατά τη γνώμη παρά πολλών επιστημόνων, αυτό προηγείται, από το γέρασμα των άλλων ιστών και επηρεάζει την εξέλιξή τους. Και έχει φυσικά μια πολύ λογική ερμηνεία ή άποψη αυτή.

Οι αρτηρίες είναι οι σωλήνες μέσα από τους οποίους κυκλοφορεί το αίμα, το γενικό θρεπτικό υγρό του σώματος. Είναι επομένως τα όργανα που έρχονται σε πρώτη επαφή. Πρώτες λοιπόν αυτές δέχονται την επίδραση του εξωτερικού κόσμου και των δηλητηρίων που εισάγονται με τις τροφές στον οργανισμό, με συνέπεια το πιο πρώιμο από τους ιστούς γέρασμά τους. Το δικό τους δε γέρασμα, ακολουθούν οι άλλοι ιστοί, αφού από τις αρτηρίες και αυτοί διατρέφονται….

Άσχετα όμως με το ποιος από τους ιστούς ή από τα όργανα πρωτογερνάει, εκείνο που δεν επιδέχεται αντίρρηση είναι, ότι όπως οι άλλοι ιστοί, έτσι κι οι αρτηρίες των ανθρώπων δεν γέρνουν τον ίδιο καιρό.

Η αρτηριοσκλήρωση δηλαδή, ενώ είναι επακολούθημα αναπόφευκτου περάσματος των χρόνων, δεν εμφανίζεται στην ίδια ηλικία, για όλους τους ανθρώπους. Ενώ όλοι σχεδόν οι άνθρωποι, ηλικίας άνω των 80 χρόνων έχουν αρτηριοσκλήρωση (90%), μόνο 31 από τους 100 ηλικίας, 41-60 χρόνων έχουν.

Δηλαδή καίτοι όπως είπαμε το γέρασμα των αρτηριών, αρχίζει από τα 40-45 χρόνια, εν τούτοις στους 100 ανθρώπους,

ηλικίας 41-60 χρόνων, οι 70 περίπου δεν έχουν γερασμένες αρτηρίες. και αντίθετα πάλι βλέπουμε, ότι σε 100 νέους 21-40 χρόνων οι 5 έχουν αρτηριοσκλήρωση, αδιάφορο αν είναι μικρή ή μεγάλη, ενώ το φυσιολογικό θα ήταν να μην έχει κανείς.

Τον τελευταίο καιρό μια ιατρική φράση κάνει το γύρο του κόσμου και είναι “στα μέσα και στα έξω,” στις συζητήσεις και στα σαλόνια….”έχομε την ηλικία των αρτηριών μας”…

Και φαίνεται, απ ‘ όσα ξέρω κι απ’ όσα εσείς θα μάθετε πιο πριν, από τις σοφίες των αθηρωμάτων κ.λ.π., ότι η φράση αυτή έκανε την τύχη της και θα μείνει πια οριστικά, γιατί εκφράζει την αλήθεια.

Είναι όμως στο χέρι μας η πρόωρη ή η καθυστερημένη αρτηριοσκλήρωση; Είναι δηλαδή στο χέρι μας η καλή ή η κακή υγεία των αρτηριών μας ή τουλάχιστον μπορούμε να την επηρεάσουμε σε όφελος της υγείας.

Όπως σ’ όλα τα πράγματα και τα γεγονότα της ζωής η απάντηση είναι σχετική, “Θεωρία της σχετικότητας”, πάει να πει δηλαδή πως δεν είναι αναπόφευκτο γέρασμα και πως υπάρχουν κάποια περιθώρια, στα οποία μπορεί να επέμβει η δική μας θέληση και συμπεριφορά, με σκοπό την καθυστέρηση των γηρατειών, στις αρτηρίες μας.

Ξέρουμε ποιοι είναι οι παράγοντες της φθοράς και μπορούμε να τους αναστείλουμε ή τουλάχιστον να περιορίσουμε τη δράση τους; Η απάντηση είναι : πολλούς από τους παράγοντες αυτούς τους ξέρουμε και αν δεν μπορούμε να τους

εξαφανίσομε, μπορούμε θαυμάσια να περιορίσομε, κατά κάποιο ποσοστό τη δύναμή τους.

Πηγή : Ν. Ι. ΖΑΚΟΠΟΥΛΟΥ – Ο Γιατρός της Οικογένειας.

Με εκτίμηση

Δημήτριος Μητρόπουλος