Ο ΟΣΙΟΣ ΓΕΡΩΝ ΒΗΣΣΑΡΙΩΝ – Ο ΑΓΑΘΩΝΙΤΗΣ
Γράφει : Ο Δημήτριος Μητρόπουλος Αντ/γος ε.α. Επιτ. Υπαρχηγός. ΕΛ.ΑΣ. Πτυχ. Νομικής και Δημ. Δικαίου και Πολ. Επιστημών Νομικής Σχολής Αθηνών. Συγγραφέας, Μέλος της Ένωσης Μεσσηνίων Συγγραφέων.
Τον Ιούνιο 2022 η Ιερά σύνοδος του Οικουμενικού Πατριαρχείου αποφάσισε την αναγραφή στο Αγιολόγιο της Ορθόδοξου Εκκλησίας του Αρχιμανδρίτη Βησσαρίωνος (Κορκολιάκου), Μοναχού της ιεράς Μονής Κοιμήσεως της Θεοτόκου Αγάθωνος και στις 31 Αυγούστου 2022, έλαβε χώρα η επίσημη υπογραφή, υπό του Οικουμενικού Πατριαρχείου της Συνοδικής Πράξεως Αγιοκατάταξής του.
Ο Όσιος Ιερομόναχος Βησσαρίων (Κορκολιάκος), ο εν τη Ιερά Μονή του Αγάθωνος Φθιώτιδος εγκαταβιώσας, κατά κόσμον Ανδρέας, γεννήθηκε στο Πεταλίδι Μεσσηνίας, το έτος 1905 ή το 1907, όπου και έζησε τα παιδικά του χρόνια.
Νεαρός, έφυγε από το χωριό του, για την Καλαμάτα, όπου μαθήτευσε πλησίον του Ιεροκήρυκα Μεσσηνίας Πολύκαρπου Ανδρώνη, μαζί με άλλους νέους, όπως οι μετέπειτα Αρχιμανδρίτες, Χρυσόστομος Παπασαραντόπουλος, ο Ιεραπόστολος, Ιωήλ Γιαννακόπουλος, ο γνωστός για το πλούσιο συγγραφικό του έργο, Ευσέβιος Θεριακής και άλλοι, οι οποίοι είχαν σχέση με τον ασκητή Ηλία Παναγουλάκη και ο οποίος εκοιμήθη το 1917.
Στην σκηνή του όμως και μετά τον θάνατό του εξακολουθούσαν να προέρχονται νέοι, οι περισσότεροι εκ των οποίων ακολούθησαν την μοναστική βιοτή. Ο Ανδρέας Κορκολιάκος προσήλθε ως δόκιμος, στην ιστορική Ιερά Μονή Κοιμήσεως της Θεοτόκου, Δημιόβης στον Ταΰγετο, Ανατολικά της Καλαμάτας.
Σύμφωνα με το μοναχολόγιο ή κουρά του Ανδρέα Κορκολιάκου, πραγματοποιήθηκε στην Ιερά Μονή Δημιόβης, στις 15 Δεκεμβρίου 1929 και έλαβε το όνομα Βησσαρίων, όπως αναγράφεται και στο κληρικολόγιο της Ι.Μητρόπολης Μεσσηνίας, όπου αναφέρεται ως απόφοιτος της Α’ τάξεως, του Ελληνικού Σχολείου, σε ηλικία 24 ετών, άρα από την αναγραφή αυτή προκύπτει, ότι ο Όσιος γεννήθηκε το έτος 1905.
Χειροτονείται Διάκονος στις 12 Δεκεμβρίου 1931, από τον Μητροπολίτη Μεσσηνίας Μελέτιο Σακελλαρόπουλο και του ανατέθηκε το διακόνημα του μαγείρου σύμφωνα με τον κανονισμό της Μονής, ως και αυτό του τραπεζάρη.
Στο βιβλίο πρωτοκόλλου της Μονής, αναγράφονται τα διακονήματα των μοναχών : “Ιεροδιάκονον Βησσαρίωνα Κορκολιάκον. Τω ανατίθεται το διακόνημα του μαγείρου, κατά τον κανονισμό, ως και το του τραπεζάρη (20 Ιουνίου 1932).
Στις 11 Οκτωβρίου 1932 δίνει ενυπόγραφα κατάθεση στον διενεργούντα ανακρίσεις, κατ’ εντολή του Μητροπολίτη Μεσσηνίας Μελετίου Σακελλαροπούλου στον ανακριτή οικονόμο, Κωνσταντίνο Καίσαρη, ο οποίος πραγματοποιεί έρευνα για τη συμπεριφορά του αδελφού της Ιεράς Μονής Δημιόβης, Γρηγορίου Τυροκόμου, ο οποίος εκήρυτε, υπέρ του παλαιού ημερολογίου. Η κατάθεση ευρισκομένη στο Ιστορικό Αρχείο της Ιεράς Μητροπόλεως Μεσσηνίας, φέρει την υπογραφή του Οσίου.
Από τους λόγους του Οσίου, κατά την κατάθεση του προκύπτει, ότι από τα πρώτα μοναχικά του βήματα ήταν υπάκουος στην εκκλησιαστική του αρχή, δηλαδή του Επισκόπου του.
Πρεσβύτερος χειροτονήθηκε στις 15 Σεπτεμβρίου 1933 από τον Μητροπολίτη Τριφυλίας Ανδρέα Τριανταφύλλου, επειδή η Μητρόπολη Μεσσηνίας, ήταν σε χηρεία.
Στο βιβλίο Διαβατηρίων της Αρχιεπισκοπής Μεσσηνίας, στις 3 Οκτωβρίου 1935, Αναγράφεται :”Ιερομόναχο Βησσαρίωνα Κορκολιάκον. Πατρίς Ιερά Μονή Δήμιοβας. Επάγγελμα : Ιερεύς 20/ήμερος. Τόπος όπου διευθύνεται Αθήνας. Αρχομένη από 5-10-1935″.
Από αυτήν την ημερομηνία και ύστερα δεν επιστρέφει στην Ιερά Μονή Δημιόβης, αλλά ευρίσκεται στην Μητρόπολη Θεσσαλιώτιδος και Φαναριοφερσάλων, όπου πήγε στις 24 Οκτωβρίου 1935.
Στο βιβλίο πρωτοκόλλου στις 12 Ιανουαρίου 1936 αναφέρεται ως απών από τη Μονή Δημιόβης ο Βησσαρίων : “Διορίζει τον μοναχόν Ευθύμιον Γεωργανάν ως σύμβουλον, αντί του απόντως Βησσαρίωνος Κορκολιάκου.
Όταν λειτουργούσε ο π. Βησσαρίων κατά κόσμον Ανδρέας, ο Αγαθωνίτης έλαμπε, ολόκληρος. Ο π. Βησσαρίων ήταν και ο “κουβαλητής” του μοναστηριού Άγιος Αγάθων, που διακόνησε τα τελευταία χρόνια, με το βαθμό του Αρχιμανδρίτη.
Έβγαινε με την εικόνα της Παναγίας στα χωριά, όπου με λαχτάρα τον περίμεναν στους δρόμους οι πιστοί.
Ο Γέροντας Βησσαρίων ο Αγαθωνίτης κοιμήθηκε οσιακά στις 22 Ιανουαρίου του 1991. Όταν ο Όσιος Βησσαρίων εκοιμήθη, η σορός του μεταφέρθηκε στην Ιερά Μονή Αγάθωνος, αλλά εξαιτίας της σφοδρής κακοκαιρίας που επικρατούσε εκείνη την περίοδο ,δεν μπορούσε να ενταφιαστεί στο κοιμητήριο και τελικά κηδεύτηκε στα βαπτιστήρια.
Όταν έπειτα από χρόνια στις 3 Μαρτίου 2006 έγινε εκταφή του, λόγω καθίζησης στην πλευρά του Μοναστηριού, το φέρετρο του βρέθηκε σε άριστη κατάσταση. Το σώμα του γέροντα βρέθηκε ολόκληρο, ευωδιάζον.
Οι μοναχοί το μετέφεραν στο κοιμητήριο, για να αφαιρέσουν τα οστά του γέροντα, αλλά όταν άνοιξαν το καπάκι είδαν με έκπληξη ,ότι το σώμα του ήταν άφθαρτο, αδιάλυτο και ευωδιάζον, ενώ στα χέρια του κρατούσε σφιχτά το Ευαγγέλιο.
Αυτό αποτελούσε θαυμαστό γεγονός και θεία οικονομία. Ο μακαριστός Μητροπολίτης Φθιώτιδος κυρός Νικόλαος, όταν το έμαθε συγκλονίστηκε, επισκέφτηκε το Μοναστήρι και προσκύνησε συγκινημένος το ιερό σκήνωμα.
Το άφθαρτο σώμα του γέροντα μεταφέρθηκε στο παρεκκλήσιο της Αγίας Τριάδος για να προστατεύεται και έκτοτε εκεί βρίσκεται, προς προσκύνηση από χιλιάδες πιστούς.
Ακολούθησε ιατροδικαστική έκθεση του Π. Γιαμαρέλλου, ο οποίος γνωμάτευσε συμπερασματικά : Ερευνήσας μόνον μακροσκοπικά το σκήνωμα του μακαριστού Π.Βησσαρίωνος, διαπίστωσα. “παράδοξον και μοναδικόν φαινόμενον, κατά την διάρκεια της υπερπεντικονταετούς σχεδόν ιατροδικαστικής υπηρεσίας και καριέρας μου.
Δηλαδή διατηρήσεως ανθρώπινου σώματος (σκηνώματος), ενδυμάτων, (ιερών αμφίων), υποδημάτων, ως και φερέτρου, επί μίαν ολόκληρον δεκαπενταετίαν, σχεδόν ανέπαφων, από την ακατανίκητη φθορά του χρόνου.
Πρόκειται περί δυσεξηγήτου φαινομένου, το οποίο μόνο ο επερχόμενος χρόνος θα διερευνήσει αλαθήτως”.
Πηγή : Εκκλησία – Αρχονταρίκι, Νέα.
Με εκτίμηση
Δημήτριος Μητρόπουλος