ΠΑΤΡΙΩΤΙΚΑ ΘΕΜΑΤΑ.
Να νοσταλγείς τον τόπο σου, ζώντας στον τόπο σου, τίποτε δεν είναι πιο πικρό
Γράφει : Ο Δημήτριος Μητρόπουλος Αντ/γος ε.α.
Επιτ. Υπαρχηγός. ΕΛ.ΑΣ. Πτυχ. Νομικής και Δημ. Δικαίου και Πολ. Επιστημών Νομικής Σχολής Αθηνών.
Συγγραφέας, Μέλος της Ένωσης Μεσσηνίων Συγγραφέων.
Λένε πως τον τόπο του κάνεις τον κουβαλάει μέσα του όπου κι αν πάει. Λένε πως η πατρίδα μας ζει μέσα μας, όσες πατρίδες κι αν γνωρίσουμε.
Κι είναι αλήθεια πως ο τόπος που γεννηθήκαμε, ο τόπος που ζήσαμε τα πρώτα παιδικά μας χρόνια, φαντάζει μέσα μας τόσο ιδανικός.
Έστω κι αν γυρίσουμε όλο τον κόσμο με τις ομορφιές του, η σκέψη μας τρέχει πίσω στον τόπο που αγαπήσαμε.
Έχουμε γνωρίσει πόλεις και χωριά, λίμνες και θάλασσες, τόπους μακρινούς και αλαργινούς, συναντήσαμε και αλλού το γαλάζιο ουρανό μας.
Κι όμως οι τόσες ξένες ομορφιές δεν μπόρεσαν να ξεριζώσουν από μέσα μας την αγάπη για τον τόπο μας. Εκείνη τη μικρή κουκίδα στο χάρτη εκείνο το οροπέδιο, το κρυμμένο από τα γύρω χαμηλά βουνά.
Εκείνον τον τόπο, τον άλλοτε γεμάτο με κόσμο, παιδικές φωνές και γέλια, τις γύρω δε πλαγιές γεμάτες πρόβατα και άλλα ζώα, κουδουνίστρα και ήχους φλογέρας.
Πόλεμοι, αστυφιλία, φτώχεια, μανιώδες κυνήγι του εύκολου και άκοπου πλουτισμού απομάκρυναν τον λαό μας από τα ευλογημένα χωριά μας.
Συνωστιζόμαστε στις τσιμεντουπόλεις, τις απρόσωπες και απάνθρωπες, γεγονός με τραγικές συνέπειες στο ήθος και χαρακτήρα μας. Μακριά από τη φύση, τη γη, το “λίαν καλό” έργο του Δημιουργού, θαμπωθήκαμε από τα πρόσκαιρα και μηδαμινά έργα των χειρών μας, και τις πολύχρωμες βιτρίνες.
Κλείσαμε, κλειδώσαμε και τα παιδιά μας στα πανέμορφα παιδικά δωμάτια τους, στερώντας από το σημαντικότερο πράγμα για την υγιή ανατροφή τους, το παιχνίδι “Το σπουδαιότερο πράγμα που κάνει ένα παιδί είναι το παιχνίδι , έλεγε ο Ελύτης.”
Τα παιδιά όμως για να “ανθίσουν”, θέλουν γη, χώμα, να απολαύσουν και να χαρούν το ακτινωτό δώρο του Θεού, την ελευθερία.
Αυτό ισχύει για όλους μας .Ας μην μας διαφεύγει το γεγονός πως η κατοχή γης – ιδιοκτησίας, τονώνει ακόμη και το εθνικό αίσθημα λόγω προσωπικού γοήτρου και αλληλεγγύης προς την Πατρίδα.
Τροφοδοτεί δεσμούς, που κινούν τα ζωτικά νεύρα της ανθρώπινης υπόστασης, σε αντίθεση με την “πολυκατοικημένη” συνοίκηση, όπου ανθεί η δυσαρέσκεια ή νευρικότητα, μειώνεται εν τέλει και η αγάπη προς την Πατρίδα.
Και ακόμη “αυτός που δεν έχει έδαφος κάτω από τα πόδια του δεν έχει μήτε Θεό, κι όποιος αρνείται την πατρίδα του αρνείται τον Θεό”, γράφει ο Ντοστογιέφσκι.
Οι παγωμένες μας πόλεις κουράστηκαν. Τα “ρόδινα ακρογιάλια της Πατρίδας μας”, τα άγρια και τα ήμερα του βουνού και του λόγγου”.
Περιμένουν τους ανθρώπους τους.
Ο άνθρωπος όταν τα ποτίσει με τον τίμιο ιδρώτα του, τα ημερώνει. Έγραφε με πίκρα ο Φώτης Κόντογλου για την “ζάλη και την αηδία” που τον έπιανε στις γυάλινες πολιτείες με τους γυάλινους ανθρώπους.
“Θαρρώ πως βρίσκομαι σε καμία βρώμικη φυλακή, χάνω το κέφι μου και θέλω γρήγορα να φύγω μακριά, να απομείνω με τον εαυτό μου.
Συζητήσεις ατελείωτες και μπερδεμένες, δουλειές, επιχειρήσεις, θέατρα, βιβλία, πολιτική αγωνία, αδιαντροπιά, λεφτά, λεφτά. Ο ιδρώτας τρέχει από πάνω μου, Μηχανές λογής λογής μουγκρίζουν γύρω μου. Οι άνθρωποι τρέχουνε σαν να ‘ναι στο φρενοκομείο. Φεύγω μακριά. Τρέχω, σαν να ξέφυγα από ληστές. Δεν πιστεύω τα μάτια μου πως βρίσκομαι μακριά από την κόλαση! Ησυχία! Κάθομαι σε μια πέτρα. Κοιτάζω τα βουνά, τα δένδρα, το χώμα, τα σύννεφα, κι αναστενάζω. Βλογημένη πλάση του Θεού. Αγαπημένο καταφύγιο…” (Μυστικά Άνθη, σελ. 223).
Πηγή : Μηνιαίο Ορθόδοξο Χριστιανικό Περιοδικό “ΑΓΙΑ ΛΥΔΙΑ”
Σας ευχαριστώ
Δημήτριος Μητρόπουλος