ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΑ ΚΑΙ ΣΥΖΗΤΗΣΗ

Γράφει : Ο Δημήτριος Μητρόπουλος  Αντ/γος ε.α. Επιτ. Υπαρχηγός. ΕΛ.ΑΣ. Πτυχ. Νομικής και Δημ. Δικαίου και Πολ. Επιστημών Νομικής Σχολής  Αθηνών.  Συγγραφέας, Μέλος της Ένωσης Μεσσηνίων Συγγραφέων.

Η συζήτηση είναι κορυφαία μορφή ουσιαστικής επικοινωνίας, όταν καταλήγει σε κατανόηση και απλή επικοινωνία, όταν οδηγεί σε συνεννόηση. Η συζήτηση επίσης μπορεί να εκληφθεί και σαν μέσο επικοινωνίας.

Η συζήτηση είναι ο πιο φυσικός και ο πιο σίγουρος τρόπος επικοινωνίας. Φυσικά, ο “δρόμος” της συζήτησης δεν είναι πάντα τόσο εύκολος, αλλά οπωσδήποτε εμφανίζονται σ’ αυτόν ορισμένα ευνοϊκά στοιχεία, που δεν υπάρχουν σε άλλες μορφές επικοινωνίας.

Συγκεκριμένα, η συζήτηση, όταν μάλιστα έχει την απαραίτητη ευκαμψία, δεν είναι τόσο μονότονη και κουραστική, όσο άλλες μορφές επικοινωνίας, όπως π.χ. η διδασκαλία.

Και αυτό, γιατί δίνει την ευκαιρία να εμφανιστούν στο προσκήνιο την ίδια στιγμή πολλά πρόσωπα, να ακουστούν ποικίλες απόψεις και να ενεργοποιηθεί το ενδιαφέρον όλων, με τη συνεχή ετοιμότητα, στην οποία βρίσκονται, προκειμένου να εκθέτουν, να αποκρούουν απόψεις κ.λ.π.

Η συζήτηση, επίσης, είναι πιο αποτελεσματική και από τη διάλεξη (ομιλία), όταν η τελευταία εμφανίζεται, σαν μέθοδος ενημέρωσης.

Η διάλεξη στην περίπτωση αυτή, όσο τέλεια και να οργανωθεί, έχει αδυναμίες, που βρίσκονται στο γεγονός, ότι οι ακροατές συγκρατούν, ένα μέρος από όσα ακούν.

Όλα τα μέλη του ακροατηρίου ακούν τα ίδια πράγματα, ανεξάρτητα τι γνώσεις μπορεί να έχει ο καθένας πάνω στο θέμα.

Στη διάλεξη, ακόμη, ακούγεται μια άποψη ενός μόνο προσώπου. Αν δεν ακολουθήσει συζήτηση, είναι δυνατόν να πάρουν οι πιο ακατάρτιστοι στο θέμα μονόπλευρες και εσφαλμένες πληροφορίες.

Επίσης η συζήτηση περιέχει τα στοιχεία της αμεσότητας, πράγμα που επιτρέπει την γρήγορη επανόρθωση και αποκατάστασης κάθε λάθους και κάθε βλάβης, που σημειώνεται στους ανθρώπους “πομπούς” και “δέκτες”.

Με τη συζήτηση ακόμη αξιοποιείται η πείρα των πολλών και όσων δηλαδή δεν έχουν πολλές γνώσεις και απελευθερώνεται το κρυμμένο θάρρος και οι λανθάνουσες ικανότητες των ανθρώπων, που μεταβάλλονται σε ενεργητικούς πομπούς και δέκτες και έτσι τελικά δεν “αχρηστεύονται”.

Την αξία της συζήτησης μπορούμε να τη δούμε πιο συγκεκριμένα σε πολλά επίπεδα :

* Στις ανθρώπινες σχέσεις, όπου με την συζήτηση καλλιεργείται η προσωπικότητα και η κοινωνικότητα στα άτομα και αναπτύσσεται σ’ αυτά το πνεύμα της συνεργασίας.

Έτσι ενισχύεται η συνεννόηση, διευκολύνονται οι συναλλακτικές σχέσεις και τέλος επιβεβαιώνονται οι συναισθηματικοί και άλλοι θεσμοί μεταξύ των ανθρώπων.

* Στην πνευματική ζωή, όπου με τη συζήτηση διευρύνεται ο πνευματικός ορίζοντας των ανθρώπων, αναπτύσσεται η αντικειμενική κρίση, κεντρίζεται η στοχαστική διάθεση και γενικά προάγεται η ανταλλαγή και η διάδοση ιδεών και πνευματικών αξιών.

* Στην πολιτική, όπου η συζήτηση κάνει τα άτομα να σκέφτονται και να είναι πιο υπεύθυνα, γιατί με την ελεύθερη και ειλικρινή έκθεση απόψεων αποφεύγονται οι ψίθυροι των διαδρόμων και η ανευθυνότητα των παρασκηνίων.

Στις γενικές αρχές της συζήτησης, όπου υπάρχει ισότητα δικαιωμάτων και υποχρεώσεων όλων των μελών που συζητούν, σεβασμός των δικαιωμάτων της μειοψηφίας κ.λ.π., ενσαρκώνεται το ιδεώδες της δημοκρατίας.

Οι αρχαίοι Έλληνες είχαν επισημάνει από τους πρώτους την αξία και τη σημασία του διαλόγου και της συζήτησης και με τον Ζήνωνα τον Ελεάτη, επένδυσαν τη διαλεκτική, δηλαδή την τέχνη του διαλόγου, κατά τη συζήτηση.

Σύμφωνα με τη διαλεκτική, οι συζητητές, ακολουθούν ένα σύστημα ερωτοαποκρίσεων, με σκοπό να βρουν την αλήθεια.

Τη διαλεκτική του Ζήνωνα τελειοποίησε ο Σωκράτης, που με μοναδική τέχνη κατόρθωνε να “εκμαιεύει” από τους συζητητές ό,τι μπορούσε να προωθήσει αποτελεσματικά τη συζήτηση, ενώ ο Πλάτωνας την έθεσε πάνω από κάθε επιστήμη, θεωρώντας “ώσπερ θριγκός τοις μαθήμασι η διαλεκτική… επάνω κείσθαι”.

Η τέχνη της συζήτησης :

Ο τρόπος που συζητάμε δείχνει το επίπεδο ωριμότητας, της καλλιέργειας και της κοινωνικότητάς μας.

Πολύ ορθά έχει ειπωθεί, πως μας υποδέχονται ανάλογα με το πως είμαστε ντυμένοι και μας αποχαιρετούν ανάλογα, με το πως μιλήσαμε και συζητήσαμε. Αλλά για να συζητάμε σωστά, χρειάζεται τέχνη που αποχτιέται με θεωρητική κατάρτιση και πρακτική άσκηση.

Βασικά, χρειάζεται κατανόηση δύο βασικών προϋποθέσεων της συζήτησης, που είναι ο σεβασμός της γνώμης του άλλου και ο αποκλεισμός της ιδέας, πως ο καθένας μας έχει την αλήθεια στην “τσέπη του”, το δίκιο με το μέρος του.

Γενικά, είναι απαραίτητη η βαθύτερη μελέτη της έννοιας “συζήτηση”, με όλη την πολυμορφία της.

Ο προφορικός λόγος με επιδεξιότητα εξωτερικεύει τη δραστηριότητα του εγκεφάλου, που είναι η έδρα της διάνοιας κι έτσι αποτελεί τον καλύτερο μεταφραστή της σκέψης. Χωρίς ομιλία, η σκέψη, δεν μπορεί να αποσαφηνισθεί και να συγκεκριμενοποιηθεί.

Ο προφορικός λόγος χρειάζεται ήχο, φωνή, που παράγεται από τη συντονισμένη

συστολή των μυών του λάρυγγα, της γλώσσας και του στοματικού τοιχώματος, σε συνδυασμό με την αναπνοή. Τη συστολή των μυών την προκαλεί η σκέψη.

Στους ήχους του λόγου, δηλαδή τους φθόγγους δίνουμε συμβατικές, και αφηρημένες έννοιες και δημιουργούμε τη, γλώσσα, δηλαδή τις λέξεις.

Οι λέξεις αποτελούν τα εξαρτήματα με τα οποία χτίζεται κι εκφράζεται η σκέψη, σκεπτόμαστε με “λέξεις”, αισθανόμαστε επίσης με “λέξεις “.

Για όλα αυτά μιλάει ο άνθρωπος. Τα μιλάει “πρώτα με τον εαυτό του. Έτσι τα συγκροτεί, τα συνειδητοποιεί, τα συλλαμβάνει σε μορφή συγκεκριμένη. Μιλάει και ακούει ο ίδιος και απαντάει και κάνει διάλογο.

Η ομιλία, λοιπόν, με τις λέξεις μεταφράζει τις σκέψεις μας και δίνει υπόσταση στις έννοιες.

Πηγή : Από το βιβλίο μου με τον τίτλο : “Επικοινωνιακές Σχέσεις – Αρχές Μάνατζμεντ – Άμβλυνση Ηθικών Αξιών.

Με Εκτίμηση

Δημήτριος Μητρόπουλος