Γράφει : Ο Δημήτριος Μητρόπουλος Αντ/γος ε.α. Επιτ. Υπαρχηγός. ΕΛ.ΑΣ. Πτυχ. Νομικής και Δημ. Δικαίου και Πολ. Επιστημών Νομικής Σχολής Αθηνών. Συγγραφέας, Μέλος της Ένωσης Μεσσηνίων Συγγραφέων.
Ως ευαισθησία εννοείται εδώ, η ιδιότητα βάσει της οποίας ένας άνθρωπος έχει έντονες συναισθηματικές αντιδράσεις, απέναντι σε σχετικά, ήπια ερεθίσματα.
Υπάρχουν δηλαδή άνθρωποι που αν δεχτούν μια παρατήρηση, από τον προϊστάμενο τους αγχώνονται και πληγώνονται πολύ και άλλοι που ακόμα κι αν τους βάλει ο Διευθυντής τους τις φωνές, δεν δίνουν σημασία.
Υπάρχουν παιδιά που μ’ ένα λίγο θυμωμένο βλέμμα απ’ τη μητέρα τους, ταράσσονται ψυχικά επί μακρόν και άλλα που ακόμα κι αν φάνε ένα χαστούκι, το ξεχνούν αργότερα.
Στις μέρες μας πολλοί άνθρωποι έχουμε γίνει υπερευαίσθητοι. Δεν αντέχουμε στη ζωή μας κραδασμούς, δεν μπορούμε να διαχειριστούμε κρίσεις, μας ενοχλούν τα πάντα.
Κι ένας βασικός λόγος που έχουμε γίνει έτσι, είναι από την άνεση και την καλοπέραση. Αλλά και από τον φοβερό ατομισμό, που κυριαρχεί στην εποχή μας.
Παλαιότερα οι άνθρωποι μάθαιναν να αντέχουν στο κρύο και τη ζέστη, στην πείνα και την αρρώστια, στον πόνο και τις δυσκολίες.
Ήξεραν να περιμένουν, να ανέχονται, να σηκώνουν τα βάρη των διπλανών τους. Πολλοί από αυτούς είχαν περάσει πολέμους, φτώχεια, στέρηση. Και είχαν μάθει να είναι δυνατοί, να αντέχουν, να προσπαθούν.
Σήμερα οι άνθρωποι ζούμε, μέσα σε θορύβους, εντάσεις, υποχρεώσεις και τα νεύρα μας τεντώνονται, οι αντοχές μας μειώνονται. Από γενιά σε γενιά γινόμαστε όλο και πιο ευαίσθητοι, ευερέθιστοι, δύσκολοι.
Αν έρθει μια πείνα, μια δοκιμασία, μια αρρώστια, ένας πόλεμος, έτσι όπως είμαστε κακομαθημένοι, πως θα αντέξουμε και μάλιστα τα νέα παιδιά; Θα καταρρεύσουν τελείως. Διότι ιδιαιτέρως οι νέες γενιές έχουμε μάθει να τα θέλουμε όλα δικά μας, να ζούμε μέσα σε ανέσεις, να μη θέλουμε να κουραστούμε, να μην αντέχουμε στο μοίρασμα και τη συνύπαρξη.
Κι όταν αναγκαστούμε να αντιμετωπίσουμε τις δύσκολες εργασιακές, κοινωνικές και οικονομικές συνθήκες της εποχής μας, τα χάνουμε.
Στην εποχή μας βλέπει κανείς ανθρώπους υπερευαίσθητους και από την άλλη σκληρούς ή και αναίσθητους. Πως θα συνυπάρξουν αυτές οι δύο πλευρές; Πως θα συνεργαστούν επαγγελματικά; Πως θα κάνουν οικογένεια. Πως θα αντιμετωπίσουν τις δυσκολίες της ζωής;
Από τη μια πλευρά οι σκληροί άνθρωποι, που με τα κοφτερά λόγια τους και τις αψυχολόγητες πράξεις τους τραυματίζουν τους άλλους, κι από την άλλη οι υπερευαίσθητοι, που τραυματίζονται εύκολα.
Τις περισσότερες φορές όμως συμβαίνει οι δύο αυτές καταστάσεις να συνυπάρχουν στα ίδια πρόσωπα. Βλέπει κανείς ανθρώπους που ενώ λένε “εγώ είμαι ευαίσθητος”, συμπεριφέρονται σε άλλους με απερίγραπτη σκληρότητα και τους ταπεινώνουν χωρίς λόγο.
Τι ευαισθησία είναι αυτή; Ευαισθησία και σκληρότητα μαζί, αποκαλύπτουν έναν εγωισμό ύπουλο. Αυτό βέβαια δεν σημαίνει ότι όλοι οι ευαίσθητοι άνθρωποι κρύβουν πάντοτε σκληρότητα ή πληγωμένο εγωισμό.
Κάποτε μπορεί να κρύβουν λεπτή και ωραία ψυχή, χαρακτήρα υπέροχο, καρδιά με ιδιαίτερα πνευματικά αισθητήρια.
Θα πρέπει όμως και πάλι να προσέξουν πάρα πολύ. Διότι ο διάβολος εκμεταλλεύεται την ευαισθησία τους και μπορεί να τους οδηγήσει στην απομόνωση, στην άρνηση της ζωής ή και στην απόγνωση.
Πολλές φορές οι σκληρόκαρδοι γίνονται πιο σκληρόκαρδοι και οι ευαίσθητοι, υπερευαίσθητοι. Βυθίζονται σε μεγαλύτερη στενοχώρια. Μεγαλοποιούν τις δυσκολίες και να μην μπορούν να σηκώσουν ένα πειρασμό, κι έτσι να απογοητεύονται, να τσακίζονται.
Όσοι λοιπόν είμαστε ευαίσθητοι, πρέπει να προσέχουμε πολύ, να μάθουμε να διαχειριζόμαστε την ευαισθησία μας.
Πρώτα – πρώτα πρέπει να αποκτήσουμε την “καλή αδιαφορία”, όπως έλεγε ο Άγιος Παΐσιος ο Αγιορείτης. Να μην αφήνουμε μέσα μας τη θλίψη, να φθείρει την ψυχή μας.
Στη συνέχεια είναι αναγκαίο να εξασκηθούμε, στο να αντιμετωπίσουμε με γενναιότητα τις δυσκολίες. Να είμαστε βράχοι. Όσο και να ξεσπούν οι δυσκολίες πάνω μας σαν κύματα, να γυρίζουν πίσω και εμείς να μένουμε ατάραχοι. Οπωσδήποτε πρέπει να καλλιεργήσουμε μέσα μας βαθιά, ταπείνωση.
Η ταπεινότητα είναι μια έννοια, που την έχουμε υποτιμήσει και που την έχουμε για κάποιον λόγο, σε καταστολή στη ζωή μας.
Με πολύ απλά λόγια θα έλεγα πως είναι το συναίσθημα ή η στάση ανεξάρτητα ποιος είσαι και τι έχεις. Να δείχνεις ότι δεν διαφέρεις από τους άλλους. Οι πραγματικά ταπεινοί άνθρωποι αναγνωρίζουν τις δυνατότητες και τα επιτεύγματά τους. Νιώθουν ότι τα ταλέντα τους είναι δώρα από το Θεό και πιστεύουν ότι τα κατορθώματα’ τους οφείλονται αποκλειστικά στις ευκαιρίες, που παρουσιάστηκαν στο δρόμο τους.
Στην πραγματικότητα, η ταπεινότητα είναι ένας τύπος μετριοφροσύνης, που θα σε κάνει πολύ καλύτερο στη ζωή σου, ως άτομο.
Ένα άτομο που στερείται ταπεινότητας, είναι αλαζονικό. Είναι ένα άτομο που σκέφτεται μόνο τον εαυτό του και βλέπει τον εαυτό του, σαν κάτι το διαφορετικό, υψηλότερο και καλύτερο από τους άλλους. Παρόλα αυτά, η ταπεινότητα αναφέρεται έντονα σε θρησκευτικά κείμενα και μπορεί να φαίνεται λίγο απαρχαιωμένη, αλλά αποτελεί μια δεξιότητα, που είναι απολύτως απαραίτητη, ειδικά στην εποχή μας.
Τότε δεν θα στενοχωριόμαστε, με το κάθε τι. Διότι οι ταπεινοί άνθρωποι τα υπερβαίνουν όλα αυτά. Ξέρουν να υποχωρούν, να αγαπούν και να συγχωρούν.
Τέλος θα πρέπει να δούμε την ευαισθησία μας όχι μόνον ως αδυναμία, αλλά και ως δύναμη μεγάλη.
Δύναμη για να κατανοούμε τους άλλους, δύναμη για να τους αγαπάμε περισσότερο.
Αν αξιοποιήσουμε την ευαισθησία μας πνευματικά, θα μπορέσουμε να τη μετατρέψουμε σε πνευματική ευαισθησία. Έτσι δεν θα πληγωνόμαστε, δεν θα βυθιζόμαστε στη μοναξιά, αλλά θα κατανοούμε “αλλήλους εις παροξυσμό αγάπης”.
Θα μπορούσαμε να χαιρόμαστε την “εν Χριστώ” ζωή να ζούμε.
Πηγή : – Βασίλης Γιαννακόπουλος – Ψυχίατρος, Ψυχοθεραπευτής.
Άαρον Μος, Ραβίνος, διδάσκει Καμπάλα, Ταλμούδ και Ιουδαισμό στο Σύνδεϋ Αυστραλίας -Περιοδικό “Ο Σωτήρ” – Ορθόδοξο Χριστιανικό Περιοδικό Αδελφότητας Θεολόγων.
Με εκτίμηση
Δημήτριος Μητρόπουλος